Αριθ. Πρωτ.: 2141
Πάτρα: 27/2/2013
Καθημερινά οι ιατροί του δημόσιου τομέα υγείας, υπαμειβόμενοι και απλήρωτοι για μακρά χρονικά διαστήματα, πασχίζουν να σώσουν ζωές με όποιον τρόπο και μέσο μπορούν εργαζόμενοι σε καθεστώς συνεχούς πίεσης υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Η αυξανόμενη επισκεψιμότητα κατά 30% των ασφαλισμένων στα νοσοκομεία, η υποστέλεχωση των τμημάτων σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, η έλλειψη πόρων χρηματοδότησης και οι πολλαπλές ελλείψεις υλικών, οριοθετούν ένα εφιαλτικό τοπίο. Οι νοσοκομειακοί γιατροί και ιδιαίτερα οι ειδικευόμενοι δουλεύουν 70 – 80 ώρες την εβδομάδα και συχνά καλούνται 60άρηδες ειδικευμένοι γιατροί να αντιμετωπίσουν τις Γενικές Εφημερίες των δημόσιων νοσοκομείων.
Οι επαναλαμβανόμενες περικοπές στις μισθολογικές αποζημιώσεις των ιατρών του δημόσιου τομέα υγείας έχουν οδηγήσει σε αποδοχές που προσβάλουν την επιστημονική γνώση, το επίπεδο ευθύνης, τον κόπο και το παραγόμενο έργο και δεν μπορούν πλέον να στηρίξουν την επιβίωση του νοσοκομειακού γιατρού, πόσο μάλλον την επιστημονική του επάρκεια. Σύμφωνα με την πρόσφατα δημοσιευθείσα μελέτη της ΕΙΝΑΠ, οι μειώσεις στο λεγόμενο «ειδικό» μισθολόγιο των ιατρών ΕΣΥ οδηγούν σε μία κατακρήμνιση των συνολικών μηνιαίων αποδοχών κατά 35 – 50%, ανάλογα με το βαθμό, τη μεγαλύτερη από οποιοδήποτε άλλο κλάδο εργαζομένων. Οι ειδικευόμενοι ιατροί λαμβάνουν μηνιαίο μισθό περίπου 1000 ευρώ και εφημερίες (όταν και εάν τις πληρωθούν) ωριαίας αποζημίωσης κάτω των 4 ευρώ. Αντίστοιχα Διευθυντής ΕΣΥ με 25 – 30 χρόνια προϋπηρεσίας λαμβάνει μισθό περίπου 1800 ευρώ και ωριαία αποζημίωση εφημεριών κάτω των 5 ευρώ.
Η κατάσταση των πανεπιστημιακών ιατρών, που παρέχουν και εκπαιδευτικό έργο, είναι εξίσου ή και ακόμα χειρότερη. Οι μισθοί των πανεπιστημιακών ιατρών στην Ελλάδα, είναι όχι μόνο ασύγκριτα χαμηλότεροι από τους μισθούς σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες ή άλλων δημόσιων λειτουργών στην Ελλάδα, όχι μόνο εξωφρενικά χαμηλότεροι από τους μισθούς π.χ. των υπαλλήλων της Βουλής, αλλά και προκλητικά χαμηλότεροι από μισθούς υπαλλήλων των ΔΕΚΟ, αποφοίτων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Οι αριθμοί μιλούν μόνοι τους: Λέκτορας: 950 Ευρώ, Επίκουρος Καθηγητής: 1300 Ευρώ, Αναπληρωτής Καθηγητής: 1500 Ευρώ, Καθηγητής: 1800 Ευρώ.
Το ελληνικό κράτος θέλει και επιβάλλει πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στους ιατρούς του ΕΣΥ, χωρίς να τους παρέχει απολαβές τουλάχιστον αντίστοιχες της πολυετούς ανώτατης εκπαίδευσης τους, της ευθύνης του έργου τους και των ωρών απασχόλησης τους. Αντίστοιχα από τους πανεπιστημιακούς ιατρούς απαιτεί να εκπαιδεύσουν άριστα το νέο ιατρικό του δυναμικό, να κάνουν υψηλού επιπέδου έρευνα και να παρέχουν ταυτόχρονα ιατρικές υπηρεσίες, με αποδοχές που απαξιώνουν τη θέση τους ως δημοσίων λειτουργών, χρησιμοποιώντας ως άλλοθι τη μερική και επιλεκτική άρση της αποκλειστικής τους απασχόλησης.
Ένας εξουθενωμένος, ταλαιπωρημένος και κατασυκοφαντημένος γιατρός αδυνατεί να προσφέρει αναβαθμισμένες, ποιοτικές και ασφαλείς υπηρεσίες υγείας. Η απαίτηση του ιατρού του δημόσιου τομέα υγείας είναι να εργάζεται σε ένα αξιοπρεπές, οργανωμένο και λειτουργικό Δημόσιο Σύστημα Υγείας που θα σέβεται πρωτίστως τους ασθενείς, αλλά ταυτόχρονα θα εκτιμάει και θα σέβεται τους λειτουργούς του.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο,
Η Πρόεδρος
Άννα Μαστοράκου
Ο Γραμματέας
Γεώργιος Σκρουμπής