Επιμέλεια:Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής, Π.Γ.Ν.«Αττικόν» Λ. Ραλλίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας, Ι. Λεκάκης, Καθηγητής Καρδιολογίας, Β΄ Πανεπιστημιακή |
||||
Στατίνες και καρδιαγγειακή πρόληψη Πρόκειται για μια μετα-ανάλυση 19 τυχαιοποιημένων μελετών με στατίνες με συνολικό αριθμό 71.344 συμμετεχόντων. Η χορήγηση στατινών σχετίσθηκε με ελάττωση του κινδύνου εμφάνισης θανάτου κατά 14%, καρδιαγγειακού θανάτου κατά 31%, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου κατά 29% και εμφράγματος μυοκαρδίου κατά 36%. Το σχετικό όφελος ήταν σταθερό ακόμα και σε ασθενείς με επίπεδα ολικής χοληστερόλης < 200 mg/dL, αλλά το απόλυτο όφελος ήταν μεγαλύτερο στις υπο-ομάδες ασθενών με μεγαλύτερο αρχικό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Δεν υπήρξε συσχέτιση με εμφάνιση σημαντικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η χορήγηση στατινών έχει ευνοϊκή επίδραση στη συνολική και καρδιαγγειακή θνητότητα και νοσηρότητα ιδιαίτερα σε άτομα υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου. (Chou R, Dana T, Blazina I, et al. JAMA. 2016;316:2008-2024) |
Lp(a), PCSK-9 και ασβέστωση των στεφανιαίων αγγείων Η μελέτη αυτή αξιολόγησε τη συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] και της PCSK-9 και την ασβέστωση των στεφανιαίων αρτηριών σε 161 ασυμπτωματικούς πάσχοντες από οικογενή υπερχοληστερολαιμία. Οι ασθενείς ελάμβαναν σταθερή δοσολογία στατινών και υπεβλήθησαν σε αξονική στεφανιογραφία προς αξιολόγηση του σκορ ασβεστίου. Φάνηκε ότι τα επίπεδα της PCSK-9 ήταν σημαντικά χαμηλά σε ασθενείς που δεν εμφάνιζαν ασβέστωση των στεφανιαίων, ενώ τα περισσότερο υψηλά σκορ (>100) βρέθηκαν σε άτομα με αυξημένα επίπεδα Lp(a) και PCSK-9. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι σε ασυμπτωματικά άτομα με οικογενή υπερχοληστερολαιμία υπό στατίνη τα επίπεδα της Lp(a) και PCSK-9 στον ορό σχετίζονται ανεξάρτητα με την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου. (Alonso R, Mata P, Muñiz O, et al. Atherosclerosis. 2016;254:249-253) |
|||
Η προγνωστική αξία των επιπέδων της Lp(a) σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη Πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) εμφανίζουν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Στην παρούσα ανάλυση αξιολογήθηκε η επίδραση των επιπέδων της λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] σε 1.136 ασθενείς με ΣΔ και ιστορικό αγγειοπλαστικής στεφανιαίων. Οι ασθενείς χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες: αυξημένα επίπεδα Lp(a) (Ν=575) και χαμηλά επίπεδα Lp(a) (Ν=561) και παρακολουθήθηκαν για 4,7 έτη κατά μέσο όρο. Φάνηκε ότι ασθενείς με αυξημένα επίπεδα Lp(a) εμφάνιζαν συχνότερα χρόνια νεφρική νόσο και πολυαγγειακή στεφανιαία νόσο, αυξημένα επίπεδα LDL-χολ και μεγαλύτερη αθροιστική επίπτωση καρδιακού θανάτου και οξέων στεφανιαίων επεισοδίων (ΟΣΣ). Συμπερασματικά, τα υψηλά επίπεδα Lp(a) σε πολύ υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου ασθενείς με ΣΔ αποτελούν ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα εκδήλωσης ΟΣΣ και καρδιακού θανάτου. (Konishi H, Miyauchi K, Shitara J, et al. Am J Cardiol. 2016. pii: S0002-9149(16)31474-6. doi: 10.1016/j.amjcard.2016.08.067. [Epub ahead of print]) |
Επίπεδα HDL-χολ και θνητότητα σε άτομα χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου Η προγνωστική αξία της HDL-χολ ως παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου αμφισβητείται τελευταία βάσει αποτελεσμάτων πρόσφατων κλινικών μελετών. Αξιολογώντας δεδομένα από το CANHEART (Cardiovascular Health in Ambulatory Care Research Team) οι συγγραφείς μελέτησαν τη σχέση της HDL-χολ με την καρδιαγγειακή και μη-καρδιαγγειακή θνητότητα σε 631.762 άτομα μέσης ηλικίας 57,2 ετών με επίπεδα HDL-χολ 55,2 mg/dL κατά μέσο όρο. Σε πενταετή παρακολούθηση καταγράφηκαν 17,952 θάνατοι. Φάνηκε ότι άτομα με χαμηλά επίπεδα HDL-χολ (συνήθως χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου και με ανθυγιεινό τρόπο ζωής) εμφάνιζαν αυξημένη καρδιαγγειακή θνητότητα, ενώ αντίθετα άτομα με υψηλά επίπεδα HDL-χολ (>70 mg/dL σε άνδρες, >90 mg/dL σε γυναίκες) είχαν αυξημένο κίνδυνο μη-καρδιαγγειακής θνητότητας. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η HDL-χολ εμφανίζει περίπλοκη συσχέτιση με άλλους παράγοντες κινδύνου και με τη θνητότητα και δεν είναι εύκολο να αποτελέσει στόχο για θεραπεία. (Ko DT, Alter DA, Guo H, et al. J Am Coll Cardiol. 2016;68:2073-2083) |
|||
Η επίδραση της evolocumabστην πρόοδο της στεφανιαίας νόσου Οι αναστολείς της PSCK-9 προκαλούν περαιτέρω ελάττωση της LDL-χολ όταν προστεθούν σε θεραπεία με στατίνη, εντούτοις δεν είναι γνωστή η επίδραση των φαρμάκων αυτών στην αθηροσκλήρωση των στεφανιαίων αρτηριών. Στη μελέτη GLACOV αξιολογήθηκε η επίδραση της evolocumab στην ποσοστιαία μεταβολή του αθηρωματικού όγκου των στεφανιαίων αγγείων (PAV) σε 968 ασθενείς με αγγειογραφικά επιβεβαιωμένη στεφανιαία νόσο (ΣΝ). Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε μηνιαία χορήγηση 420 mg evolocumab ή εικονικό φάρμακο ως προσθήκη στη θεραπεία με στατίνη για 78 εβδομάδες. Οι συμμετέχοντες υπεβλήθησαν σε στεφανιογραφία και ενδοστεφανιαίο υπέρηχο (IVUS) κατά την έναρξη της μελέτης και στο τέλος της περιόδου παρακολούθησης. Φάνηκε ότι ο PAV στην ομάδα ελέγχου αυξήθηκε κατά 0,05% ενώ στην ομάδα των ασθενών που έλαβαν το υπό μελέτη φάρμακο μειώθηκε κατά 0,95% (p<0,001). Οι ασθενείς υπό evolocumab εμφάνιζαν χαμηλότερη LDL-χολ (36,6 mg/dL έναντι 93,0 mg/dL κατά μέσο όρο). Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η προσθήκη του αναστολέα της PCSK-9 evolocumab σε θεραπεία με στατίνη σε ασθενείς με ΣΝ οδήγησε σε υποστροφή της αθηρωματικής πλάκας και προτείνουν περαιτέρω μελέτη του φαινομένου αυτού στην εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων. (Nicholls SJ, Puri R, Anderson T, et al. JAMA. 2016. doi: 10.1001/jama.2016.16951. [Epub ahead of print]) |
||||
Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε στην αναβαθμισμένη ιστοσελίδα της ΕΕΛΙΑ: www.eelia.gr |